Ο Πλάτανος της Γαλήνης
Γειά σου γεροπλάτανε,
Να σ’ ανέβω κράτα με
Σαν πουλί να κελαηδήσω
Τους αγγέλους να μεθύσω (Σταύρος Σιόλας) που τραγουδάει η Ελεονόρα Ζουγανέλη
Σε μια συνοικία του τσιμέντου και της πολυκατοικίας, υπάρχουν μικρές πράσινες οάσεις, που σε κάνουν να σκεφθείς ότι δεν έχουν ακόμα όλα χαθεί. Μια από αυτές, είναι το μικρό παρκάκι στην Γαλήνης με τον πλάτανο.
Ένα δένδρο, από τα λίγα μεγάλα εναπομείναντα της περιοχής, που ξυπνάει μνήμες και συναισθήματα στους παλιούς αλλά και στους νεώτερους συμπολίτες μας. Πόσοι δεν τον ξέρουν, πόσοι δεν έχουν δώσει εκεί το ραντεβού τους, πόσοι δεν έχουν κάτσει στην σκιά του.
Η ιστορία του ξεκινά 60 χρόνια πίσω, αφότου σκεπάσθηκε και έγινε δρόμος η Γαλήνης από ποταμάκι που ήταν.
Τότε που δεν είχαν διαμορφωθεί ακόμα δρόμοι και πεζοδρόμια.
Τότε που στις γειτονιές μοσχομύριζαν οι λεμονιές, το γιασεμί, οι τριανταφυλλιές.
Τότε που οι άνθρωποι φρόντιζαν τον περιβάλλοντα χώρο του σπιτιού τους σαν να ήταν συνέχεια αυτού, τότε που έφτιαχναν τα πεζοδρόμια μπροστά στο σπίτι από μόνοι τους, χωρίς να είναι της οικοδομής, διότι τα χρήματα ήταν μετρημένα.
Τότε που φύτευαν, πότιζαν και κλάδευαν όλα τα δένδρα και τα φυτά του πεζοδρομίου.
Τότε που σκούπιζαν και ασβέστωναν το πεζοδρόμιο, χωρίς να περιμένουν να το κάνει κάποιος άλλος. Τότε που υπήρχαν αξίες.
Τότε ήταν που και οι τρεις αγαπημένοι μπατζανάκηδες, όπως ήταν γνωστοί στην γειτονιά, ο Γιώργος, ο Σπύρος και ο Κώστας, εκτός από τον κήπο τους, έφτιαξαν τα πεζοδρόμια, φύτεψαν ελιές και νεραντζιές. Κι εκείνες έκαναν ελιές που έχει φάει όλη η γειτονιά και νεραντζάκι γλυκό που έφτιαχναν όλες οι μανάδες για παρέα με τον καφέ, τα απογεύματα στα πεζούλια. Δεν σταμάτησαν όμως εκεί. Παραδίπλα, σ’ έναν ανοικτό αδιαμόρφωτο χώρο, φύτεψαν τον πλάτανο που είχαν φέρει σε γλάστρα από μια εκδρομή. Με ίδια έξοδα, με προσωπική αφοσίωση και μεράκι, όταν επέστρεφαν τα απογεύματα από την δουλειά, δημιούργησαν μια μικρή γωνιά, φύτεψαν και άλλα δένδρα και χρωματιστά ευωδιαστά λουλούδια για να του κάνουν παρέα. Τους θυμάμαι πάντα, με ένα λάστιχο να ρίχνουν νερό μέχρι να θεριέψει το πλατάνι.
Ο τότε δήμαρχος Δ. Μπέης εκτιμώντας τους για αυτή την προσφορά τους, έδωσε ένα κομμάτι δρόμου για να δημιουργηθεί το σημερινό μικρό πάρκο. Το πλατάνι με τόση φροντίδα μεγάλωσε, ρίζωσε για τα καλά, όμως ποτέ δεν σταμάτησαν να το φροντίζουν, έστω προσφέροντας του λίγο παραπάνω νερό.
Τα πρωινά πριν από το χάραμα, αρχίζουν τα πουλιά την συναυλία τους στα κλαδιά του. Δεν έχουν πλέον πολλά δένδρα για να πάνε και μαζεύονται εκεί. Δεν υπάρχει πιο όμορφος ήχος για πρωινό ξύπνημα.
Οι τρείς μπατζανάκηδες δημιούργησαν κάτι το οποίο τα παιδιά τους, τα εγγόνια και τα δισέγγονα τους έχουν να θαυμάζουν και να θυμούνται από αυτούς, παράλληλα με τόσο κόσμο. Άνθρωποι με αξίες, αναλογίζονταν τι αξιόλογο θα αφήσουν στην επόμενη γενιά. Δεν είναι τυχαίο που ο πλάτανος συμβολίζει τη δύναμη και την ομαδικότητα!
Τα στοιχεία τα έδωσε η κ. Ζωή Παπασεραφείμ.